ἀριστοκρατικῇ

ἀριστοκρατικῇ
ἀριστοκρατικός
aristocratical
fem dat sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ἀριστοκρατική — ἀριστοκρατικός aristocratical fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ησυχίδες — Αριστοκρατική οικογένεια της αρχαίας Αθήνας. Γενάρχης της ήταν o ήρωας Ησύχιος. Λέγεται μάλιστα ότι o ήρωας αυτός ήταν ανύπαρκτος, αλλά τον επινόησαν για να ερμηνεύσουν το προνόμιο της οικογένειας αυτής να έχει στην Αττική την κληρονομική λατρεία …   Dictionary of Greek

  • ράνα — Αριστοκρατική οικογένεια, η οποία κυβέρνησε το Νεπάλ από το 1846 έως το 1852. Πρόγονοι των Ρ. ήταν οι Κουνβάροι, από τους ιδρυτές του κράτους του Νεπάλ, που στα μέσα του 18ου αι. ήταν υπουργοί (κάζι). Στην περίοδο της ανακτορικής κρίσης του 1846 …   Dictionary of Greek

  • Αγιοστεφανίτες — Αριστοκρατική βυζαντινή οικογένεια της Κρήτης. Προέρχονταν από τη συνοικία του Αγίου Στέφανου στην Κωνσταντινούπολη και αναφέρονται, επίσης, ως Αργυρόπουλοι. Το 1212 η οικογένεια αυτή ηγήθηκε στην εξέγερση των γαιοκτημόνων κατά των πρώτων Βενετών …   Dictionary of Greek

  • Δακορώνια — Αριστοκρατική οικογένεια από τη Θήρα (Σαντορίνη), ισπανικής καταγωγής. Το όνομά της προέρχεται από το ισπανικό Κορούνια (περιφέρεια της Ιβηρικής χερσονήσου στην Ισπανία). Γνωστότερο μέλος της οικογένειας υπήρξε ο Ιωάννης Δ., ιππότης του τάγματος… …   Dictionary of Greek

  • κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …   Dictionary of Greek

  • Σπάρτη — I Μυθικό πρόσωπο επώνυμη ηρωίδα της Σπάρτης κόρη του Ευρώτα και της Κλήτας και σύζυγος του Λακεδαίμονα. Ήταν μητέρα του Αμύκλα, της Ευρυδίκης, του Ίμερου και της Ασίνης. II Πόλη (14.084 κάτ.) της νότιας Πελοποννήσου, πρωτεύουσα του νομού Λακωνίας …   Dictionary of Greek

  • σπάρτη — I Μυθικό πρόσωπο επώνυμη ηρωίδα της Σπάρτης κόρη του Ευρώτα και της Κλήτας και σύζυγος του Λακεδαίμονα. Ήταν μητέρα του Αμύκλα, της Ευρυδίκης, του Ίμερου και της Ασίνης. II Πόλη (14.084 κάτ.) της νότιας Πελοποννήσου, πρωτεύουσα του νομού Λακωνίας …   Dictionary of Greek

  • Ρόδος — Νησί της Δωδεκανήσου, το μεγαλύτερο του συμπλέγματος και το τέταρτο της Ελλάδας μετά την Κρήτη, την Εύβοια και τη Λέσβο) με έκταση 1.398 τ. χλμ. Μαζί με τα νησιά Τήλο, Σύμη, Χάλκη και Μεγίστη (Καστελόριζο) αποτελεί την πρώην επαρχία Ρόδου. Ρόδος… …   Dictionary of Greek

  • αναρχία — Με τον όρο α. ή αναρχισμός εννοείται ένα σύνολο θεωριών, θέσεων, απόψεων, πρακτικών κλπ., που έχουν ως κοινό τους χαρακτηριστικό την πεποίθηση πως κάθε πολιτική εξουσία (κράτος, κυβέρνηση και νόμοι) είναι βλαβερή και περιττή (τόσο για το άτομο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”